Μία από τις πιο σπουδαίες μεταπολεμικές μορφές της Γιουγκοσλαβίας με πορεία στους ελληνικούς πάγκους, μεταξύ άλλων του Ολυμπιακού και της ΑΕΚ, ο Τόντορ (Τόζα όπως ήταν πιο γνωστός) Βεσελίνοβιτς, άφησε την τελευταία πνοή του σε νοσοκομείο της Αθήνας την Τετάρτη σε ηλικία 86 ετών.
Ο "Σέφε" (="δάσκαλος"), όπως ήταν το παρατσούκλι του, ήρθε για πρώτη φορά στη χώρα μας το 1977, για λογαριασμό του Ολυμπιακού, στον οποίο κάθισε για περίπου τρία χρόνια. Ακολούθησε θητεία στον Απόλλων Σμύρνης το 1980-1981 και το 1985-1986 και στον Διαγόρα το 1986-1987, ενώ το δεύτερο μισό της σεζόν 1991-1992 βρέθηκε στον πάγκο του Πανσερραϊκού με τον οποίο υποβιβάστηκε στη Β' Εθνική.
Οι δύο τελευταίες δουλειές του ως προπονητής ήταν ξανά στην Ελλάδα, για σχεδόν μία σεζόν (1997-1998) στον Εθνικό, ενώ το 2006-2007 άρχισε τη χρονιά στον Αιολικό στη Γ' Εθνική, ωστόσο αποχώρησε τον Σεπτέμβριο μετά από μόλις έναν (νικηφόρο) αγώνα. Συνολικά στην Ελλάδα κάθισε στον πάγκο σε 242 αγώνες Α' Εθνικής (108 νίκες, 52 ισοπαλίες, 82 ήττες), σε 25 αγώνες κυπέλλου (14 νίκες, 4 ισοπαλίες, 7 ήττες) και σε 6 αγώνες Κυπέλλου UEFA (3 νίκες, 3 ήττες).
Η ΚΑΡΙΕΡΑ ΤΟΥ ΩΣ ΠΑΙΚΤΗΣ
Ο Βεσελίνοβιτς γεννήθηκε στο Νόβισαντ στις 22 Οκτωβρίου 1930 και άρχισε την καριέρα του ως ποδοσφαιριστής στη Βοϊβοντίνα από τα 15 του. Αγωνιζόταν ως επιθετικός και γρήγορα προσέλκυσε το ενδιαφέρον της Παρτίζαν, όπου αγωνίστηκε μόλις μία σεζόν (1952-1953). Επέστρεψε στη Βοϊβοντίνα, όπου αναδείχθηκε τέσσερις φορές πρώτος σκόρερ του πρωταθλήματος Γιουγκοσλαβίας (1956 με 21 γκολ, 1957 με 28 γκολ, 1958 με 19 γκολ και 1961 με 16 γκολ).
Το 1961 πήρε μεταγραφή στο εξωτερικό, φορώντας τη φανέλα της Σαμπντόρια. Μετά από 15 αγώνες και τέσσερα γκολ στη Serie A, μετακόμισε στη Αυστρία για τη Φιρστ Βιέννης (1962-1964) και από εκεί στο Βέλγιο για την Σεν Ζιλουάζ (1964-1965). Επέστρεψε στην Αυστρία για την Αούστρια Κλάγκενφουρτ (νυν Κάρντεν) και το 1967-1968 ολοκλήρωσε την καριέρα του στην Προλετέρ.
Με την εθνική Γιουγκοσλαβίας είχε 37 αγώνες μεταξύ 1953 και 1961, σκοράροντας 28 φορές. Συμμετείχε στην τελική φάση του Παγκοσμίου Κυπέλλου 1954 στην Ελβετία και του Παγκοσμίου Κυπέλλου 1958 στη Σουηδία, σημειώνοντας τρία τέρματα
Η ΚΑΡΙΕΡΑ ΤΟΥ ΩΣ ΠΡΟΠΟΝΗΤΗΣ
Η ΚΑΡΙΕΡΑ ΤΟΥ ΩΣ ΠΡΟΠΟΝΗΤΗΣ
Ακολούθως, κρέμασε τα "παπούτσια" του και ανέλαβε ρόλο προπονητή, αρχικά στην Αούστρια Κλάγκενφουρτ και στη συνέχεια στην άλλη όχθη του Ατλαντικού Ωκεανού, στην Ιντεπεντιέντε Σάντα Φε της Κολομβίας, με την οποία στέφθηκε πρωταθλητής. Το 1972 ανέλαβε ομοσπονδιακός προπονητής στη χώρα, με μεγαλύτερη διάκριση τη νίκη για τα προκριματικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου 1974 με 1-0 μέσα στην Ουρουγουάη, η οποία ήταν αήττητη επί 63 χρόνια στην έδρα της. Αν και αήττητοι, οι "καφετέρος" χάνουν την πρόκριση στην τελική φάση της Δυτικής Γερμανίας στη διαφορά τερμάτων από την "σελέστε", μετά από μία αμφιλεγόμενη νίκη της τελευταίας επί του Εκουαδόρ.
Το 1974 αναλαμβάνει τη Νασιονάλ στο Εκουαδόρ, ωστόσο λίγους μήνες αργότερα επιστρέφει εκεί όπου άρχισε τη σταδιοδρομία του, στη Βοϊβοντίνα. Τρία χρόνια κάθισε στην πατρίδα του και ακολούθησε η τριετία του Ολυμπιακού και οι σύντομες θητείες σε Λεβάντε και Μιγιονάριος, προτού αποδεχθεί την πρόταση της ποδοσφαιρικής ομοσπονδίας της Γιουγκοσλαβίας.
Με τους "πλάβι" φτάνει στην τελική φάση του Euro 1984, έχοντας στο ρόστερ του παίκτες όπως ο Βέλιμιρ Ζάετς, ο Μίλος Σέστιτς, ο Σρέτσκο Κάτανετς (όλοι τους με πέρασμα μικρό ή μεγάλο από την Ελλάδα), αλλά και οι Σάφετ Σούσιτς, Μεχμέντ Μπαζντάρεβιτς και Ντράγκαν Στόικοβιτς. Η πορεία στέφθηκε με αποτυχία, αφού η Γιουγκοσλαβία ηττήθηκε και στα τρία παιχνίδια του ομίλου, με τον Βεσελίνοβιτς να κατηγορείται για το συνεχές rotation και για το γεγονός ότι σε δύο χρόνια θητείας χρησιμοποίησε σχεδόν εξήντα ποδοσφαιριστές.
Το 1984 αναλαμβάνει τη Φενέρμπαχτσε με την οποία στέφεται πρωταθλητής Τουρκίας στο τέλος της σεζόν, ωστόσο αποχωρεί για τον Απόλλωνα. Πηγαίνει στην Ιταλία τον Ιανουάριο του 1986 και μετά από μία σεζόν σε Διαγόρα και ΑΕΚ αντιστοίχως, το 1988 τον βρίσκει πίσω στο "Σουκρού Σαράτσογλου". Με τη Φενέρμπαχτσε κατακτά ξανά το πρωτάθλημα, με ρεκόρ συγκομιδής βαθμών (93) και παραγωγικότητας (103 γκολ).
Τη σεζόν 1990-1991 ανέλαβε την Γκαζιαντέπσπορ και ακολούθησαν Πανσερραϊκός, Μπακιρκέισπορ και Καρσίγιακα το 1993, μέχρι να σταματήσει για τέσσερα χρόνια. Ανέλαβε τη Φενέρμπαχτσε για τρίτη φορά στις 7 Φεβρουαρίου 1997 μέχρι το τέλος της σεζόν και εγκατέλειψε την προπονητική με τις θητείες του σε Εθνικό και Αιολικό.
Η αγάπη του για την Ελλάδα ήταν τέτοια που αγόρασε σπίτι στο Παλαιό Φάληρο όταν πάτησε για πρώτη φορά το πόδι του στη χώρα μας και δεν το εγκατέλειψε σχεδόν ποτέ, μένοντας μαζί με τη σύζυγό του Μίλκα, μέχρι να αφήσει την τελευταία πνοή του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου